Παθήσεις μύτης
Η μύτη
Η μύτη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, αφού εκτός από την αναπνοή, φιλτράρει, θερμαίνει και υγραίνει τον αέρα που αναπνέουμε, προστατεύοντας έτσι το αναπνευστικό σύστημα από μικρόβια, σκόνη, ξένα σωματίδια και ερεθισμούς. Επιλέον, η μύτη μάς δίνει τη δυνατότητα να αντιλαμβανόμαστε χιλιάδες διαφορετικές μυρωδιές γύρω μας.
Τα πιο κοινά συμπτώματα που σχετίζονται με τις παθήσεις τόσο της μύτης όσο και των παραρρινίων κόλπων που την περιβάλλουν είναι η καταρροή (υγρό που τρέχει από τη μύτη), οπισθορρινική έκκριση (υγρό που τρέχει στο πίσω μέρος του φάρυγγα), «μπουκωμένη» μύτη και δυσκολία στην αναπνοή, πόνος, ευαισθησία, πίεση και πρήξιμο γύρω από τα μάτια, στα μάγουλα, τη μύτη ή το μέτωπο, ελαττωμένη αίσθηση όσφρησης και γεύσης, πόνος στο αυτί, πονοκέφαλος, πόνος στη γνάθο και τα δόντια, βήχας, πονόλαιμος, κάκοσμη αναπνοή, αίσθημα κόπωσης.
Ποιες είναι οι πιο συχνές παθήσεις της μύτης;
Αλλεργική ρινίτιδα: Πρόκειται για αυξημένη ευαισθησία της μύτης στα αλλεργιογόνα που βρίσκονται στον αέρα, όπως γύρη, χόρτα ή μούχλα, με αποτέλεσμα δυσάρεστα συμπτώματα. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν συχνό φτέρνισμα, ρινική συμφόρηση («μπούκωμα»), καταρροή, πόνο και αίσθημα πίεσης στο πρόσωπο, δακρύρροια, αίσθημα κνησμού (φαγούρας) στο φάρυγγα. Η αντιμετώπιση περιλαμβάνει αντιισταμινικά φάρμακα, αντιφλεγμονώδη ρινικά σπρέυ, αποσυμφορητικά και άλλα φάρμακα για την αλλεργία ή ενέσεις απευαισθητοποίησης, ώστε να ελαττωθούν ή να αποφευχθούν τα συμπτώματα.
Μη αλλεργική ρινίτιδα: Παρότι τα συμπτώματά της μοιάζουν με αυτά της αλλεργικής ρινίτιδας, δεν προκαλείται από αλλεργιογόνα. Η έκθεση σε ισχυρούς ερεθιστικούς παράγοντες, όπως ο καπνός, η σκόνη, η ρύπανση και δυνατές μυρωδιές μπορεί να οδηγήσουν σε αυτό το πρόβλημα. Πλύσεις με φυσιολογικό ορό μπορούν να βοηθήσουν στην απομάκρυνση των ερεθιστικών παραγόντων και να ελαττώσουν τα συμπτώματα. Αποσυμφορητικά και κορτικοστεροειδή σπρέυ ή αντιισταμινικά μπορεί επίσης να βοηθήσουν.
Ρινορραγία (επίσταξη): Αιμορραγία από τη μύτη συμβαίνει σχεδόν σε όλους τους ανθρώπους περιστασιακά και συνήθως προκαλείται από ξηρότητα στο εσωτερικό της μύτης ή κάποιο τραυματισμό. Πλύσεις με φυσιολογικό ορό και τζελ μπορεί να βοηθήσουν στην ενυδάτωση της μύτης. Εάν η αιμορραγία είναι σοβαρή, μπορεί να χρειαστεί καυτηριασμός του υπεύθυνου αιμοφόρου αγγείου, ώστε να σταματήσει η αιμορραγία, ενώ είναι πιθανό να χρειαστεί και παραπομπή στο νοσοκομείο.
Στραβό διάφραγμα: Το διάφραγμα είναι ένα «τείχος» από οστό και χόνδρο που διαχωρίζει τη μύτη στις δυο ρινικές θαλάμες. Παρότι οι περισσότεροι άνθρωποι, ωστόσο, έχουν στραβό διάφραγμα, η απόκλιση είναι ήπια και δεν προκαλεί προβλήματα στην αναπνοή. Εάν η απόκλιση είναι σοβαρή, μπορεί να προκαλούνται συμπτώματα, όπως «μπούκωμα» και δυσκολία στην αναπνοή, συχνές λοιμώξεις των παραρρινίων κόλπων, ρινορραγίες, κεφαλαλγίες, οπισθορρινική έκκριση (φλέματα στο πίσω μέρος της μύτης), ροχαλητό και υπνική άπνοια. Η αντιμετώπιση είναι χειρουργική.
Παραρρινοκολπίτιδα: Πρόκειται για μια από τις πιο συχνές ΩΡΛ παθήσεις, επηρεάζοντας εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Είναι συχνά χρόνια και εκδηλώνεται με ρινική συμφόρηση («μπούκωμα»), καταρροή, ελαττωμένη όσφρηση, αίσθημα πίεσης στο πρόσωπο. Αλλεργίες και αναπνευστικά προβλήματα, όπως το άσθμα, μπορεί να συνυπάρχουν με χρόνια παραρρινοκολπίτιδα. Η αντιμετώπισή της περιλαμβάνει φάρμακα, όπως αντιφλεγμονώδη ρινικά σπρέυ, αποσυμφορητικά, από του στόματος αντιφλεγμονώδεις παράγοντες και κορτικοστεροειδή, τα οποία συχνά πρέπει να λαμβάνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μερικές φορές απαιτείται χειρουργική επέμβαση, η οποία στις μέρες μας πραγματοποιείται με τη χρήση ειδικών ενδοσκοπίων μέσα από τη μύτη, χωρίς εξωτερική τομή (FESS).
Πολύποδες της μύτης (ρινικοί πολύποδες) : Οι πολύποδες της μύτης αποτελούν μορφή χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας και αποτελούν διογκώσεις του βλενογόννου (εσωτερικό κάλυμμα) τόσο της μύτης όσο και των παραρρινίων κόλπων, ως αποτέλεσμα χρόνιας φλεγμονής. Οι πολύποδες μπορεί να φράζουν την αναπνευστική δίοδο, προκαλώντας δυσκολία στην αναπνοή, ή να μπλοκάρουν τη φυσιολογική παροχέτευση των παραρρινίων κόλπων με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται υποτροπιάζουσες λοιμώξεις. Η πρώτης γραμμής θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει φάρμακα σε διάφορους συνδυασμούς. Εάν η θεραπεία αυτή δεν καταφέρει να ελέγξει επαρκώς το πρόβλημα, μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση, η οποία στις μέρες μας πραγματοποιείται με τη χρήση ειδικών ενδοσκοπίων μέσα από τη μύτη, χωρίς εξωτερική τομή (FESS).
Διαταραχές της όσφρησης και της γεύσης: Οι διαταραχές αυτές επηρεάζουν εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και μπορεί να έχουν μεγάλη επίπτωση στην ποιότητα ζωής. Περίπου το 80% της γεύσης είναι το αποτέλεσμα της συμμετοχής της όσφρησης, γι’ αυτό η απώλεια της όσφρησης συχνά γίνεται αντιληπτή και ως απώλεια της γεύσης. Τα προβλήματα της όσφρησης και της γεύσης μπορεί να έχουν πολλές διαφορετικές αιτίες, όπως χρόνια παραρρινοκολπίτιδα, πολύποδες, αλλεργική ρινίτιδα, λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, τραύμα, όγκους ή άλλες νευρολογικές διαταραχές. Η αντιμετώπισή τους διαφέρει ανάλογα με το αίτιο και τη βαρύτητα.
Εάν θέλετε να μάθετε περισσότερες πληροφορίες για τις παθήσεις της μύτης και των παραρρινίων κόλπων μπορείτε να επικοινωνήσετε με το γιατρό μέσω της παρακάτω φόρμας επικοινωνίας.